ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ ΣΤΟ ΕΡΕΙΠΙΟ ΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΩΝ. ΒΕΡΟΛΙΝΟ 1979 - 1980
Στη συνοικία Kreuzberg του Δυτικού Βερολίνου, η οδός Stresemann οδηγεί κατευθείαν πάνω στο τείχος και σταματά απότομα∙ οι γραμμές του τραμ, που σταμάτησε προ πολλού το δρομολόγιό του, φαίνεται να περνούν κάτω από το τείχος. Εδώ (μεταξύ των οδών Wilhelm και Potsdammer) ήταν το γεωγραφικό και πολιτικό κέντρο του Βερολίνου πριν από τη διχοτόμηση∙ τώρα ένας τόπος καταστροφής. Από τότε τα δύο Βερολίνα αναζητούν την ταυτότητά τους, ζώντας πλάτη με πλάτη, ακρωτηριασμένα μέλη μιας μοιραίας πόλης που σαν γιγαντιαία βιομηχανική μητρόπολη του 19ου αιώνα ισοπέδωσε το παλαιό ιστορικό της κέντρο, ενώ αργότερα τα τελευταία υπολείμματα του ιστορικού πολεοδομικού ιστού καταστράφηκαν από το σχέδιο Speer. Κατόπιν, οι βόμβες και οι κατεδαφίσεις ερήμωσαν το τοπίο που το διατρέχει το τείχος σαν ραχοκοκκαλιά∙ μνημείο της γερμανικής ιστορίας και σύνορο δύο κόσμων. Εδώ είναι – δημιούργημα του πολέμου – το νέο ιστορικό κέντρο του Βερολίνου. Στην οδό Stresemann και στην πρώην οδό Prinz Albrecht βρίσκεται το ερείπιο του πρώην Μουσείου Εφαρμοσμένων Τεχνών, χτισμένο το 1877-1881 από τον M. Gropius. Αυτό το σημαντικότερο κτίριο της «βερολινέζικης σχολής» που συνέχισε τη σχολή του Schinkel, προάγγελος της αρχιτεκτονικής του μοντέρνου κινήματος και ειδικά της Εθνικής Πινακοθήκης του Mies van der Rohe, στέκεται μόνο του στην ερειπωμένη περιοχή επί 35 χρόνια – το τείχος περνά σε απόσταση 5.00 μ. εμπρός από την κεντρική του είσοδο. Νοέμβριος 1981
Η Διεθνής Οικοδομική Έκθεση του Βερολίνου 1984 (ΙΒΑ 1984) – η πρώτη μεταπολεμική – που σαν κύριο στόχο της έχει την επέμβαση στην οργάνωση-κατοχή του χώρου στο Kreuzberg και την αναζωογόνηση της οικοδομικής δραστηριότητας, αγνοεί αυτό το μνημείο της γερμανικής ιστορίας, καθώς και τη σημασία του ευρύτερου χώρου του. Έτσι, η ανακαίνιση του κτιρίου, με φορέα το ομοσπονδιακό κρατίδιο του Βερολίνου, είχε σαν κύρια αιτία μάλλον την ανάγκη εξεύρεσης νέων εκθεσιακών χώρων, σε συνδυασμό με την τάση των τελευταίων χρόνων για διαφύλαξη της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Το παρελθόν του κτιρίου και η μοναδική πολεοδομική σημασία της περιοχής αποσιωπούνται. Η κεντρική είσοδος, «για λόγους ασφαλείας», μεταφέρθηκε πίσω, στον χώρο που ήταν πρώτα το κεντρικό κλιμακοστάσιο, πράγμα που φυσικά δεν επιτρέπουν ούτε οι συνθετικές αρχές του κτιρίου, ούτε η ιστορική του βαρύτητα. Ο απαραίτητος χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων και μια κλασική δεντροφύτευση συμπληρώνουν το αθώο σκηνικό για μια «πολιτιστική» εκδήλωση. Η χρήση του χώρου προσδιορίζεται επακριβώς ως το τελευταίο εκατοστό και προσφέρεται σαν κοινωνικό και αισθητικό προϊόν. Αύγουστος 1982
Η πρόταση, που έγινε από τον Απρίλιο ως τον Οκτώβριο 1980 και ενόσω οι εργασίες ανακαίνισης δεν είχαν ακόμη τελειώσει, είναι μια επέμβαση σε ένα χώρο περισυλλογής και εμπειριών μιας αδιάσπαστης ιστορικής συνέχειας. Θεωρεί ότι εδώ, στο καθεαυτό κέντρο ολόκληρου του Βερολίνου, ο χώρος είναι ήδη ένα πολιτιστικό κέντρο. Αντιτίθεται στην επιλογή της ανακαίνισης∙ το παλαιό κτίριο σφραγίζεται και διατηρείται σαν ερείπιο, αφού πρώτα αφαιρεθούν τα υπολείμματα της στέγης και τα δάπεδα των ορόφων εκτός από το δάπεδο του ισογείου. Το κέλυφος υποστηρίζεται εσωτερικά από μεταλλικά ζευκτά κατάλληλων διαστάσεων. Ένα τμήμα της δυτικής όψης κατεδαφίζεται∙ αυτό το άνοιγμα είναι η νέα κεντρική είσοδος. Προτείνεται ένα νέο κτίριο, δυτικά του ερειπίου, που προκύπτει από τη σύνθεση δύο αμφιθεάτρων τα οποία περιβάλλονται από τοιχοποιία. Οι δύο κύριοι όγκοι συνδέονται μεταξύ τους με έναν υπαίθριο διάδρομο που ακολουθεί τον παλαιό άξονα της γωνίας του οικοδομικού τετραγώνου. Η κύρια πρόσβαση – από τον βορρά στη Stresemann – οδηγεί τον επισκέπτη στο παλαιό κτίριο. Η έξοδος από αυτό είναι η πρώην κεντρική είσοδος του ερειπίου, την οποία φράζει σχεδόν το τείχος. Τόσο οι υπαίθριοι όσο και οι στεγασμένοι χώροι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για εκθέσεις, θεατρικές παραστάσεις, εκδηλώσεις. Όλα τα κάθετα στοιχεία αποτελούν αναφορά στη θεμελιώδη σχέση κολόνας-τοίχου και στο ιστορικό νήμα της περιοχής. Το «νέο κτίριο» συμβολίζει την πόλη του Βερολίνου. Κατασκευαστικά υλικά: εμφανές σκυρόδεμα και τούβλο, και πλακόστρωση από μαύρο στιλβωμένο γρανίτη, ενώ το γύρω έδαφος παραμένει όπως είναι από τον β παγκόσμιο πόλεμο μέχρι σήμερα : χέρσο. * Η μελέτη αποτελεί περίληψη διπλωματικής εργασίας στο Ινστιτούτο Οικοδομικού Σχεδιασμού στον τομέα Παραγωγής και Δημόσιων Υπηρεσιών της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πολυτεχνείου του Βερολίνου, καθηγητής G. Nedeljkov, 1980.